Ενάντια στα κάτεργα του multitasking, δεν θα ζήσουμε σαν ρομπότ

Χαρτοπανό και κείμενο που κολλήθηκαν/μοιράστηκαν στην πόλη ενάντια στα κάτεργα του multitasking.

Για τον αγώνα στην Teleperformance, για όλους μας.

Το multitasking μας καίει τον εγκέφαλο

Το έχουμε εμπεδώσει πλέον. Η δουλειά στον υπολογιστή μας είναι αφόρητη. Ένας από
τους βασικότερους λόγους είναι η διαρκής και χωρίς διάλειμμα ενασχόληση με πολλά
και διαφορετικά αντικείμενα. Μέσα στον χρόνο της εργασίας μας πρέπει να
καταπιανόμαστε σπασμωδικά με δεκάδες μικρά tasks, επιμέρους εργασίες, συχνά
εντελώς διαφορετικού περιεχομένου και να τα διεκπεραιώνουμε ASAP, δηλαδή αμέσως.

Ακόμα και μετά τη δουλειά, όπου το οκταμισάωρο συχνά είναι πολυτέλεια, το μυαλό μας
συνεχίζει να δουλεύει στους ίδιους χρόνους και με τον ίδιο τρόπο. Το κεφάλι μας είναι
καμένο, αδυνατούμε να παρακολουθήσουμε, όχι μια συζήτηση, αλλά μια σειρά στο
νετφλιξ. Τις περισσότερες φορές βουλιάζουμε στο σκρολάρισμα, που είναι το μόνο
συμβατό με την κατάστασή μας.

Δε φταίμε εμείς για αυτήν την κατάσταση. Φταίει το multitasking που θεωρείται
αυτονόητο στην ψηφιακή εποχή, αυξάνοντας κατακόρυφα την παραγωγικότητά και την
ένταση της εργασίας, φτάνοντάς μας στην εξουθένωση πολύ γρήγορα.

Ψάχνοντας την εργατική νομοθεσία, αντιληφθήκαμε ότι το multitasking σαν
επαγγελματικό προσόν, δε θεωρείται καθόλου αυτονόητο. Ονομάζεται “πρόσθετη
εργασία” και περιγράφεται ως η απασχόληση σε διαφορετικά αντικείμενα εργασίας,
εντός του ίδιου εργάσιμου χρόνου. Ένας/μια εργαζόμενος/η σε μπαρ, που σερβίρει και
φτιάχνει και τα ποτά ή τους μεζέδες, δικαιούται αυξημένο μισθό λόγω του διπλού ή
πολλαπλού αντικειμένου εργασίας. Το ίδιο και ένας/μία γραμματέας που καθαρίζει και
φτιάχνει και τα γραφιστικά του γραφείου όπου δουλεύει.

Το κόλπο με τις εργασίες γραφείου είναι ότι ο υπολογιστής έχει πλέον ενσωματώσει
πολλά διαφορετικά επαγγέλματα με τη μορφή application και προγραμμάτων, όπου το
κάθε άτομο επιβάλλεται να χρησιμοποιεί για να κάνει όλο και περισσότερες δουλειές.
Μόνο που αυτό δεν φαίνεται, καθώς όλα γίνονται από το ίδιο μηχάνημα, από την ίδια
θέση. Έτσι το κάθε αφεντικό ψάχνει σαν ιδανικό υπάλληλο, ένα άτομο που θα μπορεί να
κάνει τη δουλειά πολλών διαφορετικών υπαλλήλων χωρίς να προσληφθούν όλες αυτές
οι ειδικότητες. Γλιτώνει δηλαδή χρόνο και λεφτά στις πλάτες μας.

Το να ζητήσει κανείς αύξηση γι’ αυτόν τον λόγο μπορεί να φαίνεται δύσκολο σε αυτήν
την φάση του εργατικού ανταγωνισμού, παρά το γεγονός του ότι προβλέπεται ακόμα κι
από τη νομοθεσία. Παρόλα αυτά, είναι σημαντικό να συνειδητοποιούμε ότι αυτή η
συνθήκη δεν είναι αυτονόητη. Θα έπρεπε όντως να μας πληρώνουν για 2 και 3
δουλειές.

Αυτονόητο δεν είναι επίσης το ότι πρέπει να δουλεύουμε τόσες ώρες και σε αυτούς τους
ρυθμούς. Να ακολουθούμε δηλαδή τον σπασμωδικό και νοσηρό ρυθμό της μηχανής.
Έναν ρυθμό που ποτέ δε θα φτάσουμε, αλλά θα αισθανόμαστε διαρκώς ελλιπείς, όσο κι
αν προσπαθούμε, γιατί δεν είμαστε μηχανές και ο εγκέφαλός μας, ευτυχώς, δεν είναι
πολυπύρηνος υπολογιστής. Κι αν οι εργοδότες γκρινιάζουν ότι αυτά είναι ψιλά
γράμματα, ότι είναι πολύ εύκολες και μικρές οι δουλειές που καλούμαστε να κάνουμε,
εμείς ξέρουμε καλά πως στο τέλος της μέρας, το άθροισμα και η συμπύκνωσή τους σε συγκεκριμένο χρόνο έχουν διαλυτικές συνέπειες για την πνευματική και ψυχική μας
κατάσταση. Ξέρουμε πολύ καλά ότι δεν είναι ΔΕΠΥ αυτό που αστειευόμαστε ότι έχουμε.
Είναι η εκπαίδευση του εγκεφάλου μας, ακόμα και μετά τη δουλειά, στα social και στη
διασκέδασή μας, να μην μπορεί να σκεφτεί βαθύτερα και με συνειρμούς, αλλά μόνο να
διεκπεραιώνει εντολές.

Καμιά φορά το σαμποτάζ φαντάζει η μόνο διέξοδος από αυτή τη ζοφερή και πιεστική συνθήκη. Είναι σίγουρα μία. Πέρα από τη μείωση του ωραρίου και του ρυθμού εργασίας, το σαμποτάζ στην ίδια τη μηχανή, το κόλλημα του υπολογιστή, το χακάρισμα, η υπερφόρτωση, ακόμα και η φυσική φθορά του, είναι όλα στο παιχνίδι, είναι όλα
ανακουφιστικά και σίγουρα πολύ απολαυστικά. Όπως κάθε λούφα, όπως κάθε λεπτό
κερδισμένο από τα αφεντικά.

Όποιους τρόπους κι αν διαλέξουμε, σίγουρα χρειάζεται οργάνωση, σίγουρα χρειάζεται
να έχουμε ο ένας τις πλάτες της άλλης. Μέσα και έξω από τις δουλειές μας. Και σίγουρα
χρειάζεται η συνείδηση ότι ΔΕ ΘΑ ΖΗΣΟΥΜΕ ΣΑΝ ΡΟΜΠΟΤ.

Υ.γ. Κάθε μικρό βήμα στην οργάνωσή μας ως εργάτ(ρι)ες στους χώρους δουλειάς,
αποτελεί ταυτόχρονα κι ένα βήμα στη συλλογική μας ανατίμηση. Δεν είναι εύκολοι οι
καιροί, γι’ αυτό και ο αγώνας που δίνουν οι εργαζόμενοι στην Teleperformance, μια
εταιρία με οκτάμηνες συμβάσεις, επισφαλείς συνθήκες εργασίας και διαρκές multitasking,
αποκτά πολλαπλάσια αξία. Συνεισφέρουμε με τις μικρές μας δυνάμεις στις διεκδικήσεις,
στις αρνήσεις και στη μαχητικότητά τους.

και στα αγγλικά:

Multitasking is toasting our brains
It’s quite clear to us. Working in front of a computer is unbearable. One of the main reasons is the constant and uninterrupted work on many different things. Within the working time we have to spasmodically take up dozens of small and individual tasks, often of completely different content, and we have to deal with them ASAP, i.e. immediately.

Even after work, where eight and a half hours are often a luxury, our minds continue to function at the same rhythm and in the same way. Our heads feel burnt, unable to focus on, not a conversation, but a series on Netflix. Most of the time we sink into scrolling, which is the only thing compatible with our condition.

We are not to blame for this situation. It’s happening because of multitasking, which is taken for granted in the digital age, sharply increasing productivity and work intensity, pushing us to burnouts very quickly.

Looking into employment legislation, we found out that multitasking as a professional qualification is not taken for granted at all. It is called additional work and is described as engaging in different work items within the same working time. A bartender, who serves and prepares both drinks or snacks, is entitled to an increased salary because of the double or multiple work object. The same applies for a secretary who cleans and does the office graphics as well.

The trick with office work is that many different professions are integrated in the computer, in the form of applications and programs that each person is required to use, in order to do more and more work. Only it doesn’t show, as it is all done from the same machine, from the same location. So, each boss is looking for, as an ideal employee, a person who can do the work of many different employees without hiring all these specialties. So, they save time and money on our backs.

Asking for a raise of salary for this reason may seem difficult at this stage of labor competition, despite the fact that it is even provided for by law. Nevertheless, it is important to realise that this condition is not self-evident. We should indeed be paid for two and three jobs.

It is also not self-evident that we have to work so many hours and at such a pace. In other words, to follow the spasmodic and morbid rhythm of the machine. A rhythm that we will never reach, but will feel constantly incomplete, no matter how hard we try, because we are not machines and our brains, fortunately, are not multi-core computers. And if employers grumble that the tasks we are asked to do are too easy and too small, we know full well that at the end of the day, adding them up and condensing them into a specific amount of time has a devastating effect on our mental and emotional state. We know full well that it is not ADHD that we joke that we have. It is the result of training our brains, even after work, in our social life and entertainment, in a way we are no longer able to think deeply and associatively, but only to process commands.

Sometimes sabotage seems the only way out of this miserable and pressurized condition. It is certainly one of all. Beyond the reduction in hours and pace of work, sabotaging the machine itself, hacking, computer jamming, overloading, and even physical wear and tear, are all in play, they are all comforting options and certainly very enjoyable. Like every minute earned by us against our bosses.

Whatever ways we choose, it certainly takes collective organization, it certainly takes having each other’s backs. In and out of our jobs. And it certainly takes the awareness that:

We will not live like robots

p.s. Every small step in our organization as workers, is at the same time a step in our collectiveωrevaluation. These are not easy times, which is why the struggle of the workers at Teleperformance, a company with eight-month contracts, precarious working conditions and constant multitasking, is of multiple value. We contribute with our small forces to their demands, their refusals and their militancy.

Ποιός θα πληρώσει το κάψιμο από το multitasking;

 

Ποιος θα «πληρώσει» το κάψιμο απ' το multitasking;

Νιώθεις πως κάθε μέρα που περνάει, φεύγεις απ την δουλειά με όλο και πιο καμένο κεφάλι;
Το ίδιο συμβαίνει στην συντριπτική πλειοψηφία όσων δουλεύουν με υπολογιστή ή
smartphone, προσπαθώντας να φέρουν εις πέρας πολλά και (συχνά) διαφορετικά πράγματα
ταυτόχρονα.
Το multitasking στη δουλειά είναι διαχρονική συνθήκη. Στην εποχή μας όμως, που η χρήση του
υπολογιστή θεωρείται παντού αυτονόητο ή προαπαιτούμενο, απογειώνεται: μέσα σε μια οθόνη
χωράνε άπειρες εργασίες ταυτόχρονα, bingo!
Multitasking σημαίνει εντατικοποίηση και απλήρωτη εργασία: κάνουμε τρεις
και τέσσερις δουλειές σε μία -με τον ίδιο μισθό. Τηλέφωνα, γραπτά και φωνητικά μηνύματα,
push notifications, email και κελιά στο excel, chat rooms και bots μας κυνηγάνε (εντός και εκτός
ωραρίου) προσθέτοντας ή αλλάζοντας τις προτεραιότητες της δουλειάς, με καταιγιστικούς
ρυθμούς.
Όμως δεν είμαστε μηχανές – Δεν λειτουργούμε με on-off (Και χαιρόμαστε γι αυτό).
Οι γρήγορες και απότομες εναλλαγές στην εστίαση της προσοχής, μας καίνε το κεφάλι και μας
τσακίζουν τα νεύρα, ακόμα και αν έχουμε την αίσθηση ότι έχουμε μάθει να το κάνουμε
αυτόματα και μηχανικά.
Η ψηφιοποίηση δεν είναι μια ουδέτερη διαδικασία, που συμβαίνει μόνο μέσα στις οθόνες.
Έχει άμεσα και υλικά αποτελέσματα στις ζωές μας, μας ξεζουμίζει, μας μετατρέπει σε ρομπότ –
υπάκουους εργάτες/καταναλωτές/στρατιώτες που ακολουθούν τις εντολές χωρίς αντιρρήσεις.
Η ψηφιοποίηση είναι τεχνική διακυβέρνησης.
Σαν τέτοια πρέπει να την αντιμετωπίσουμε, βρίσκοντας τα προτάγματα και τις αντιστάσεις της
εποχής μας.

ΝΑ ΜΗΝ ΖΗΣΟΥΜΕ ΣΑΝ ΡΟΜΠΟΤ
να οργανώσουμε τις αρνήσεις μας

Οι γειτονιές μας αναπλάθονται, εμείς όχι!

Την Πέμπτη 30/5 συναντηθήκαμε και πραγματοποιήσαμε πορεία στη γειτονιά της Κυψέλης, με κεντρικό σύνθημα “Οι γειτονιές μας αναπλάθονται, εμείς όχι!”.

 

Εδώ το βίντεο της πορείας και το κείμενο του μοιράσματος.

Στο διάολο οι πολιτισμένοι | Λευτεριά στην Παλαιστίνη

Στη Γάζα, το Τελ Αβίβ και την Αθήνα τα ρολόγια δείχνουν το ίδιο.
Η κυβέρνηση του Ισραήλ λέει ότι είναι ώρα για ολοκληρωτικό πόλεμο.
Οι αγωνιζόμενοι και οι αγωνιζόμενες στην Παλαιστίνη λένε ότι είναι ώρα για οργανωμένη αντίσταση και αξιοπρέπεια.
Τα αφεντικά μας και το κράτος τους έχουν διαλέξει ποιο ρολόι κοιτάνε.
Είναι ώρα να διαλέξουμε κι εμείς.
Στο διάολο οι πολιτισμένοι/ Λευτεριά στην Παλαιστίνη
«Έχουμε έναν αξιόπιστο σύμμαχο στη Μέση Ανατολή. Αυτό είναι το Ισραήλ. Έχουμε μόνο μία δημοκρατία στη Μέση Ανατολή. Αυτό είναι το Ισραήλ. Και έχουμε μία οικονομία κατάλληλη για διαφορετικούς ανθρώπους, γκέι, λεσβίες κ.λ.π. Αυτό είναι το Ισραήλ. Οπότε όλα αυτά τα μικρά παιδιά δεν έχουν ιδέα τι κάνουν». -Leon Cooperman, δισεκατομμυριούχος χορηγός του πανεπιστημίου Columbia, επιτιθέμενος στις κινητοποιήσεις αμερικανών φοιτητών ενάντια στη γενοκτονία και το απαρτχάιντ στην Παλαιστίνη.
Tο κράτος του Ισραήλ είναι πράγματι σκληρό απαρτχάιντ και προκεχωρημένο φυλάκιο της Δύσης. Είναι όμως και αυτό: το μεγαλύτερο εργαστήρι φασισμού. Πάνω στα σώματα και τις ψυχές των παλαιστινίων δοκιμάζονται όλοι οι σύγχρονοι (ψηφιακοί, βιομετρικοί κλπ) τρόποι διακυβέρνησης, καινοτόμα ως προς την μαζική εξόντωση όπλα, νέες ιδέες για βασανιστήρια, νέοι μέθοδοι για συναισθηματική, πνευματική και ψυχική διάλυση ανθρώπων. Εκεί τώρα οι γενοκτόνοι εφαρμόζουν τη σύγχρονη ιδεολογία του φασισμού.
Καμαρώνουν ότι το Ισραήλ είναι ένα σύγχρονο δυτικό κράτος, «η τελευταία δημοκρατία της Μέσης Ανατολής». Ισχυρίζονται ότι οι παλαιστίνιοι είναι πολιτιστικά κατώτεροι (και ποιος εξευγενισμένος δυτικός τολμάει να έχει αντίρρηση όταν κάποιες παλαιστίνιες φοράνε μαντήλες;) και γι’ αυτό ασύμβατοι με τις δυτικές αξίες, επικίνδυνοι για τις ζωές των πολιτισμένων. Γι’ αυτό ο Νετανιάχου μιλάει για «πόλεμο του πολιτισμού ενάντια στη βαρβαρότητα», γι’ αυτό ο Γκάλαντ, ο υπουργός πολέμου των σιωνιστών, αποκαλεί τους παλαιστίνιους «ανθρώπινα ζώα» που αξίζουν μόνο τόνους εκρηκτικών, γι’ αυτό ο μέγας χορηγός του Columbia University εξοργίζεται με την ανταρσία των φοιτητών και προσπαθεί να τους συνετίσει.
Δεν έχουμε κανένα κοινό με τα χίπστερ καθάρματα του Ισραηλινού στρατού που γυρίζουν βιντεάκια τραγουδώντας ποπ, πάνω σε συντρίμμια και ομαδικούς τάφους. Δεν βρίσκουμε τίποτα φεμινιστικό και πολιτισμένο στις φανταρίνες των IDF. Και ξέρουμε καλά τον τρόπο που οι «δυτικές δημοκρατίες» τρώνε, πίνουν και σκοτώνουν. Αντίθετα κοιτάμε την αντίσταση των παλαιστινίων, παίρνουμε κουράγιο και δύναμη. Τις ονομάζουν «απολίτιστες», τους αποκαλούν «ανορθολογικούς» και «ζώα», επειδή αντιστέκονται κι ανθίζουν έξω από τις νόρμες τους.
Στεκόμαστε δίπλα τους!

Όταν ακούς ανάπλαση, ξέθαψε το τσεκούρι σου

Αφίσα που κολλιέται σε λεωφορεία, τρόλεϊ και δρόμο με θέμα την ανάπλαση

Όταν ακούς ανάπλαση

Ή θα σε αναπλάσουν

ή θα σε εκτοπίσουν

/

έρχονται ακριβά νοίκια,

ηλίθια μαγαζιά,

influencers

και μπάτσοι

Ξέθαψε το τσεκούρι σου

 

 

Μα καλά, ποιον ενοχλεί η ανάπλαση?

Κείμενο που μοιράζεται στο κέντρο της Αθήνας.

ΜΑ ΚΑΛΑ ΠΟΙΟΝ ΕΝΟΧΛΕΙ Η ΑΝΑΠΛΑΣΗ;

Η πόλη “αλλάζει και εκσυγχρονἰζεται” µας λένε! Έρχεται µια «νέα εποχή» για τα εξάρχεια, την κυψέλη, τον κεραµεικὀ, όλο το κέντρο της Αθήνας. Τάξη, ασφάλεια, καθαριότητα σε πάρκα και πλατείες, ακριβά μαγαζιά και κυριλὲ γκράφιτι στους δρόμους, τι ἆλλο να ζητήσει κανεῖς; Εμείς όμως έχουμε λόγους να µην χαιρόµαστε ακριβώς, γιατί πιστεύουμε πως κάπως έτσι η πόλη γίνεται όλο και πιο αβίωτη.

1) H ανάπλαση σαν μπίζνα
Κατ αρχάς οι αναπλάσεις είναι πάντα και μια καλή ευκαιρία για αυτούς που τις σχεδιάζουν (κράτος, ιδιώτες εργολάβοι, μεσίτες και real estate, επιχειρήσεις) να μοιραστούν μεταξύ τους τα εκατομμύρια που (υποτίθεται πως) απαιτούνται για να ξαναφτιαχτεί η πόλη όπως (υποτίθεται πως) θα έπρεπε να είναι. Κατά συνέπεια έχουμε μίζες σε κρατικούς υπαλλήλους, εικονικές τιμολογήσεις και ξέπλυμα μαύρου χρήματος από μπροστινούς εργολάβους ή από εργολάβους που διατηρούν «μαύρες» δραστηριότητες κλπ. ΓΙ’ αυτό και διάφορα αναπλασμένα έργα, αμέσως μετά την κατασκευήτους, μένουν παρατημένα, δίχως συντήρηση, σαν κουφάρια. Ο προορισμός τους τελείωσε με την περαίωση των χρηματοδοτήσεων.

2) Γινόμαστε τουρίστες στις πλατείες μας.
Πέρα όμως από τους « μεγάλους παίχτες», από την ανάπλαση κερδίζουν και αυτοί που επιδιώκουν τον πλουτισμό κάνοντας μπίζνες πάνω στις ζωές μας, ποντάροντας στην ιδιοκτησία τους -καθώς τη βλέπουν να ανατιμάται πλάι στις περιοχές που αλώνονται από το κεφάλαιο. Κάπως έτσι φτιάχνεται ένα ολόκληρο χρηματιστήριο από νέες «in» περιοχές με ανακαινίσεις σπιτιών που δεν θα μείνουμε ποτέ, είτε γιατί πλέον νοικιάζονται με βραχυχρόνια μίσθωση ή γιατί τα ενοίκια είναι απλησίαστα. Η Αθήνα μεταμορφώνεται γοργά σε μια μονόπολη για εύπορα, cool (και νομιμόφρονα) τυπάκια που αντιλαμβάνονται οτιδήποτε συμβαίνει γύρω τους σαν θέαμα ή εμπόρευμα προς κατανάλωση, ακολουθώντας πιστά τις τάσεις των social media για «αυθεντικές εμπειρίες» και «ψαγμένα μέρη» της πόλης -γινόμαστε αξιοθέατο για χίπστερ και τουρίστες.

3) H ανάπλαση είναι μια ακόμα περίφραξη
Το παράδειγμα του Πεδίου του Αρεως είναι χαρακτηριστικό: Σε πρώτη φάση κάποιες πιάτσες διακίνησης ναρκωτικών -συχνά υπό την πίεση της αστυνομίας- οδηγήθηκαν προς την περιοχή. Στη συνέχεια στοχοποιήθηκαν τα φτωχά και περιθωριοποιημένα άτομα που βρήκαν προσωρινό κατάλυμα εκεί, από επιλογή ή ανάγκη -προκειμένου να υπάρξουν σε μια πόλη που τους έδιωχνε από παντού. Στα μικρά και τα μεγάλα μήντια ξεσάλωσε η ρητορική περί παραβατικότητας και «ανωμαλίας» που απειλούν τους «νορμάλ» και χρήζουν δραστικών παρεμβάσεων. Τελικά το πάρκο μετά την ανάπλαση γέμισε με φράχτες, κάγκελα και σεκιούριτι -οι οποίοι κόβουν βόλτες αναζητώντας «παρεκκλίνουσες συμπεριφορές», ελέγχοντας ταυτόχρονα τις ώρες εισόδου – εξόδου στο πάρκο. Οι βραδινές βόλτες θεωρήθηκαν «άσκοπες μετακινήσεις» (και μάλλον αρκετά ύποπτες ώστε να επιτρέπονται), ενώ τα δέντρα και τα φυτά είναι πλέον κοντοκουρεμένα ώστε όλες οι δραστηριότητες να είναι ορατές και επιτηρούμενες, καταργώντας κάθε αίσθηση προσωπικού χώρου και χρόνου στον δημόσιο χώρο στο όνομα της ασφάλειας. Μαζί με όλα αυτά τα ενοίκια στα γύρω σπίτια ανέβηκαν καθώς πλέον έπαψε να θεωρείται «υποβαθμισμένη» περιοχή (το κερασάκι στην τούρτα που δίνει τον τόνο της νέας αισθητικής είναι το αναπλασμένο και κυριλέ -σαν καφετέρια νεόπλουτων- green park).

4) Τέχνη, πολιτισμός και «ιδρυματοποίηση»
Παράλληλα το Πεδίο του Άρεως, επιχειρείται να μετατραπεί σε παράρτημα της Στέγης του Ωνάση και από χρήστες του πάρκου να γίνουμε με το ζόρι
επισκέπτες εκθέσεων γεμάτες γιγαντοοθόνες και «εγκαταστάσεις» που καταλαμβάνουν τους χώρους πρασίνου/βόλτας πάντα με την «διακριτική»
παρουσία υπαλλήλων που εκτελούν χρέη σεκιούριτι (έξτρα από αυτούς του πάρκου). Η Στέγη του Ωνάση όπως και τα λοιπά «πολιτιστικά ιδρύματα» είναι βέβαια μπίζνες, μαύρο χρήμα και φοροαπαλλαγές, γι’ αυτό τα κορυφαία από αυτά βρίσκονται στα χέρια εφοπλιστών. Οι εφοπλιστές, αναπλάθοντας και εξευγενίζοντας, βγάζουν λεφτά με άμεσους ή έμμεσους τρόπους. Ωστόσο ρητά αυτό που τονίζεται είναι ότι η ανάπλαση και ο εξευγενισμός είναι μια εκ πολιτιστική επιχείρηση, μια επιχείρηση που επεμβαίνει ευθέως στον τρόπο που ζούμε, για να τον κάνει πιο συμβατό με τις νόρμες των εξουσιών.
Με άλλα λόγια έχουν βαλθεί να ιδρυματοποιήσουν τις ζωές μας, επιβάλλοντας την δικιά τους αντίληψη για την τέχνη και τον πολιτισμό, κλέβοντας από τον πολιτισμικό πλούτο των από τα κάτω, φτύνοντας κακομασημένες ευαισθησίες, ξεδιάντροπη αισθητικοποίηση των ζωών μας και μπόλικο (συχνά βαρετό και όλο και πιο ψηφιακό) θέαμα.

5) H ανάπλαση είναι τεχνική διακυβέρνησης
Η ανάπλαση, πλάι στην ψηφιοποίηση της καθημερινότητας έρχεται να συμπληρώσει το πλέγμα των τεχνικών διακυβέρνησης. Οι πόλεις ξαναφτιάχνονται για να γίνουν το περιβάλλον κίνησης του νέου «ορθολογικού» ανθρώπου, εκείνου που οφείλει να λειτουργεί με στόχο τη βελτιστοποίηση της καθημερινότητάς του γύρω από 3 πυλώνες: σπίτι – δουλειά – κατανάλωση. Ως τέτοιες μας θυμίζουν τον ψηφιακό κόσμο, όπου κάθε κίνηση ακολουθείται από τα δίπολα κανόνες/απαγορεύσεις και επιβραβεύσεις/κυρώσεις. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο κάθε εστία ελευθερίας ονομάζεται από το κράτος «εστία ανομίας», οι καταλήψεις και οι αυτοοργανωμένες εκδηλώσεις/παρεμβάσεις στον δημόσιο χώρο αποτελούν εμπόδιο στους σχεδιασμούς τους -θέλουν να εξαφανιστεί απ’ τον χάρτη κάθε εκατοστό όπου μπορούμε να συναντηθούμε, να μιλήσουμε, να οραματιστούμε και να δράσουμε συλλογικά χωρίς την άδεια τους.
Έτσι οι πλατείες θα πρέπει να μεταμορφωθούν σε εργοτάξια του μετρό με μπάτσους, κάμερες, ακριβές καφετέριες και ούτε ένα μέρος να αράξεις με τους φίλους/ες σου. Τα πάρκα θα πρέπει να μετατραπούν σε καλλωπισμένες ελεγχόμενες ζώνες για ατομική ή «οικογενειακή» χρήση ενώ οι παλιοί χρήστες του δημόσιου χώρου εκτοπίζονται και απαξιώνονται σαν λούμπεν-απολίτιστοι-επικίνδυνοι.
Πουλάνε φόβο, ασφάλεια και θέαμα, θέλοντας να κάνουν τις πόλεις μας ένα αφιλόξενο σπίτι με ψηφιακές πλατφόρμες για διασκέδαση. Θέλουν να μας εκτοπίσουν από τον φυσικό δημόσιο χώρο στον ψηφιακό, εκεί όπου μπορούν να ελέγχουν και να επιτηρούν τις σχέσεις μας ακόμα πιο εύκολα, σε περισσότερο βάθος, με ελάχιστο κόστος και με τρόπο σχεδόν αόρατο.

Ως “απολίτιστοι” και “ανορθολογικές” θα συνεχίσουμε να:
Εμπιστευόμαστε τις συντροφικές μας σχέσεις αντί για τα likes και τις μόδες των social.
Παλεύουμε από κοινού ενάντια στον πολιτισμό της αποστείρωσης, του ελέγχου και των περιφράξεων.
Διεκδικούμε να ζούμε και να κινούμαστε στην πόλη με τους τρόπους που εμείς θέλουμε.

Ανάπλαση – Να γκρεμίσουμε τις περιφράξεις

Αφίσα που κολλιέται στο κέντρο και τις γειτονιές της Αθήνας.

Οι πόλεις που μας ετοιμάζουν
Δεν φτιάχνονται για εµάς.
Είναι για γερά πορτοφόλια, για χίπστερ και τουρίστες. Όσοι και όσες δεν καταναλώνουµε τα νέα “πολιτισμένα” εμπορεύματα και τον post covid υγιεινίστικο τρόπο ζωής, δεν θα χωράµε σ’ αυτές. Σε ένα διαρκές καθεστώς ελέγχου, άμα δεν θέλουμε να έχουµε σχέση µε το κράτος και την ψηφιακή του προέκταση, θα µας αποκλείουν και θα µας περιφράσσουν.

Είναι στείρες, ελεγχόμενες και θλιβερές

Και η ανάπλαση είναι η µέθοδος να πραγµατοποιηθεί αυτό.
Είναι ο τρόπος να χωρέσει η πόλη και π µέρα µας στους έξι κωδικούς. Από την µια να ασφυκτιούμε ανάµεσα στην δουλειά
Και την κατανόλωση, ακολουθώντας ψηφιακούς χάρτες Και εκπολιισµένα Θνθηὶς σε περιοχές που τα νοίκια δεν
ανταποκρίνονται σε καµία πραγματικότητα. Κι από την άλλη να εκτοπιζόµαστε ως απροσάρµοσιοι! Και απολίτιστες και να
τρώμε εξακρίβωση από πραγματικούς µπάτσους όταν σιον δηµόσιο χώρο υπάρχουµε µε τρόπους που δεν μοιάζουν µε
βόλτα στο πάρκο του Νιάρχου.

Όμως αυτή η πόλη είµαστε εμείς, ντόπιοι και µετανάστριες, που την δουλεύουμε και που την ζούμε. Ξέρουν πως οι “άσκοπες” συναντήσεις και οι αρνήσεις µας στον δημόσιο χώρο µπορούν να εφεύρουν νέους σκοπούς για εµάς, να µας κάνουν ορατούς και ορατές και να µας δυναµώνουν. Αυτό είναι που φοβούνται και αυτό είναι που θέλουν να εξαφανίσουν κάνοντας τις γειτονιές µας να μοιάζουν µε μακέτες από metaverse.

Ως “απολίτιστοί” και “ανορθολογικές” θα συνεχίζουμε ο ένας δίπλα στην άλλη να σαµποτάρουµε κάθε µέρα τις περιφράξεις που χτίζουν και να ζούμε ξαναφτιάχνοντας την πόλη µας όπως την θέλουμε. Εργολάβοι, real-estate και µικροιδιοκτήτες, που πιάσατε την καλή µε την άνοδο των ενοικίων, θα περάσουµε απο πάνω σας.

ΝΑ ΓΚΡΕΜΙΣΟΥΜΕ ΤΙΣ ΠΕΡΙΦΡΑΞΕΙΣ

Η αφίσα σε pdf

ΜΑΣ ΦΥΛΑΚΙΖΟΥΝ ΣΤΟ ΟΝΟΜΑ

ΜΑΣ ΦΥΛΑΚΙΖΟΥΝ ΣΤΟ ΟΝΟΜΑ

Της ανάπλασης
οι δημόσιοι χώροι και τα πάρκα μετατρέπονται σε κιριλέ εποπτευόμενες και περιφραγμένες περιοχές, εξοστρακίζοντας τον κόσμο που τις χρησιμοποιούσε -ακριβώς επειδή χάρη στην απουσία των παραπάνω έπαιρνε κάποιες πιο ελεύθερες ανάσες.

Της ανάπτυξης
στις πλατείες χτίζονται φρούρια από λαμαρίνες με πλάνο ετών, για να μετατραπούν σε
σταθμούς μετρό, επιταχύνοντας τους ρυθμούς της εκμετάλλευσης, με bonus κάμερες, μπάτσους και security, ενώ όλο το κέντρο της Αθήνας μετατρέπεται σε τουριστική ατραξιόν και τα νοίκια ανεβαίνουν στα ύψη.

Της τάξης & της ασφάλειας
οι αυτοδιαχειριζόμενοι χώροι και οι καταλήψεις δέχονται την επίθεση του κράτους για να εξαφανιστεί απ ‘τον χάρτη κάθε εκατοστό όπου μπορούμε να συναντηθούμε, να μιλήσουμε, να οραματιστούμε και να δράσουμε- χωρίς την άδεια τους.

Της ψηφιοποίησης
Κάθε πτυχή της ζωής μας γίνεται αλγόριθμος, μπάτσοι και εταιρείες κάνουν πάρτι με αυτό που κάποτε ονόμαζαν «προσωπικά δεδομένα» ενώ περνάμε την μισή μας μέρα μέσα σε οθόνες για αιτήσεις, επιδόματα, κουπόνια και πιστοποιητικά με το κράτος να μας υποδεικνύει πού θα χαλάμε τους «πόντους» που μας αντιστοιχούν.

ΕΜΕΙΣ ΘΑ ΣΥΝΕΧΙΣΟΥΜΕ

ΝΑ ΣΠΑΜΕ ΤΙΣ ΠΕΡΙΦΡΑΞΕΙΣ

ΝΑ ΟΡΓΑΝΩΝΟΥΜΕ ΤΙΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΕΙΣ ΜΑΣ

ΝΑ ΕΜΠΙΣΤΕΥΟΜΑΣΤΕ ΤΗ ΣΥΛΛΟΓΙΚΗ ΜΑΣ ΕΜΠΕΙΡΙΑ

ΑΝΤΙ ΓΙΑ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ & ΤΑ “LIKES” ΣΤΑ SOCIAL MEDIA

υ.γ. χαιρόμαστε που δεν έχουμε γίνει σαν τα μούτρα τους
-και αυτό τους ενοχλεί πολύ.

Η αφίσα σε pdf

-αφίσα που κολλήθηκε στις γειτονιές της Αθήνας τον Σεπτέμβρη του σε 1300 αντίτυπα